Παθήσεις ήπατος - χοληφόρων - παγκρέατος
Το ήπαρ (συκώτι) είναι ο μεγαλύτερος αδένας του σώματος, βρίσκεται στο δεξιό υποχόνδριο, κάτω από το αντίστοιχο ημιδιάφραγμα και ζυγίζει, ανάλογα με την ηλικία, το φύλο αλλά και το σωματότυπο, από 1200 μέχρι 1600 γραμμάρια. Χωρίζεται σε δύο λοβούς, τον αριστερό και το δεξιό και σε 8 τμήματα. Περίπου 1500ml αίματος περνούν για να επεξεργαστούν από το ηπατικό παρέγχυμα ανά λεπτό. Το ήπαρ είναι το κύριο εργοστάσιο του μεταβολισμού του οργανισμού αφού είναι υπεύθυνο για τη σύνθεση των πρωτεϊνών, το μεταβολισμό των υδατανθράκων και των λιπιδίων, τη σύνθεση της χοληστερόλης και την παραγωγή των τριγλυκεριδίων. Συνθέτει τους παράγοντες πήξης Ι (ινωδογόνο), ΙΙ (προθρομβίνη), V, VII, IX, X, ΧΙ και XIV (πρωτεΐνη C), την αντιπηκτική πρωτεΐνη S καθώς επίσης και την αντιθρομβίνη. Το ηπατικό κύτταρο παράγει ακόμα τη θρομβοποιητίνη, μια ορμόνη που ρυθμίζει την παραγωγή των αιμοπεταλίων από το μυελό των οστών καθώς επίσης και μια πολυπεπτιδική πρωτεϊνική ορμόνη, τον αυξητικό παράγοντα 1 (IGF-1), που έχει σημαντικό ρόλο στη σωματική ανάπτυξη των παιδιών και που συνεχίζει να έχει αναβολική δράση στους ενήλικες. Το ηπατικό κύτταρο είναι ακόμα υπεύθυνο για την παραγωγή βιοχημικών ουσιών απαραίτητων για την πέψη των τροφών καθώς και για καθαρισμό και την απομάκρυνση επιβλαβών ουσιών. Έτσι το ήπαρ μετατρέπει την αμμωνία σε ουρία, αποδομεί διάφορες ορμόνες, την ινσουλίνη, τοξικές ουσίες και την πλειονότητα των φαρμάκων, ενώ με την γλυκουρονίδωση επεξεργάζεται τη χολερυθρίνη διευκολύνοντας την έκκρισή της με τη χολή. Εκτός από τη μεταβολική επεξεργασία, το ήπαρ είναι σημαντικό για τον οργανισμό και για την αποθήκευση πολλών ουσιών, βιταμινών και μετάλλων. Έτσι το ήπαρ αποθηκεύει τη γλυκόζη σαν γλυκογόνο, τις βιταμίνες A, D, B12, το σίδηρο (Fe), τον χαλκό (Cu) κ.ά. Ακόμα το ήπαρ συμμετέχει στη ρύθμιση της αρτηριακής πίεσης μέσω του αγγειοτενσινογόνου που παράγει ενώ έχει ρόλο και στο ανοσοποιητικό σύστημα. Προϊόν της ηπατικής λειτουργίας είναι και το υγρό της χολής. Αυτό είναι ένα πρασινωπό υγρό που περιέχει νερό, ηλεκτρολύτες, χολικά οξέα, χοληστερόλη, φωσφολιπίδια, λεκιθίνη και χολερυθρίνη και χρησιμεύει κυρίως στην πέψη των λιπών, των λιποδιαλυτών βιταμινών αλλά και στην αποβολή της χοληστερόλης. Φυσιολογικά τα ηπατικά κύτταρα εκκρίνουν καθημερινά, ανάλογα με τη διατροφή, 250 μέχρι 1100ml χολής (συνήθως 500-600ml/24h). Η μεταφορά του υγρού της χολής, που παράγεται στα ηπατικά κύτταρα, γίνεται με το χοληφόρο δένδρο που αποτελείται από τα ενδοηπατικά και τα εξωηπατικά χοληφόρα. Η χοληδόχος κύστη είναι ένα ‘σακουλάκι’ συνήθως με σχήμα αχλαδιού, με χωρητικότητα περίπου 30-50ml, που βρίσκεται στην κάτω επιφάνεια του ήπατος ανάμεσα στο δεξιό και τον αριστερό λοβό και συνδέεται σχετικά χαλαρά στην κοίτη της με το ήπαρ.
Το πάγκρεας είναι ένας μικτός, επιμήκης αδένας, με ενδοκρινή και εξωκρινή μοίρα, που βρίσκεται στον οπισθοπεριτοναϊκό χώρο και εκτείνεται από το δωδεκαδάκτυλο μέχρι τις πύλες του σπλήνα. Ανατομικά διακρίνουμε την κεφαλή, τον αυχένα, το σώμα και την ουρά του παγκρέατος. Η κεφαλή βρίσκεται μέσα στην αγκύλη που σχηματίζει η πρώτη μοίρα του εντέρου, το δωδεκαδάκτυλο. Το πάγκρεας είναι υπεύθυνο αφ’ ενός για τη ρύθμιση του σακχάρου του αίματος με την ινσουλίνη που εκκρίνει μαζί με την γλυκαγόνη και τη σωματοστατίνη και αφ’ ετέρου για την πέψη των τροφών κυρίως με τα ένζυμα που εκκρίνει στο δωδεκαδάκτυλο. Περίπου 1500ml άχρωμου, διαυγούς, πλούσιου σε πρωτεΐνες και διττανθρακικά, αλκαλικού υγρού εκκρίνονται καθημερινά από την εξωκρινή μοίρα του παγκρέατος για τις ανάγκες της πέψης.
Όπως είναι κατανοητό το ήπαρ είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με την ύπαρξη της ζωής. Επειδή έχει πολυδιάστατο ρόλο είναι ευπρόσβλητο από πολλές παθήσεις. Έχει όμως και τη μοναδική ικανότητα να αναγεννάται γρήγορα κάτι που επιτρέπει την ίασή του από πολλά νοσήματα. Οι παθήσεις που συνήθως προσβάλουν το ηπατικό παρέγχυμα είναι λοιμώδεις (ηπατίτιδες Α, B, C, D, E), καλοήθη ή κακοήθη νεοπλάσματα, χημικές (αλκοόλ, φάρμακα…), εκφυλιστικές με εναπόθεση λίπους, κίρρωση, χολόσταση κ.ά. Η κίρρωση του ήπατος είναι διαταραχή της αρχιτεκτονικής του που χαρακτηρίζεται από διάχυτη ίνωση του παρεγχύματός του με διάσπαρτους αναγεννητικούς όζους. Μια άλλη ενδιαφέρουσα εικόνα του ηπατικού παρεγχύματος που αφορά μεγάλο μέρος του πληθυσμού είναι η λιπώδης διήθησή του. Λόγω του σύγχρονου τρόπου ζωής που χαρακτηρίζεται από την ελαττωμένη φυσική δραστηριότητα, αυτή η φαινομενικά αθώα εικόνα του ηπατικού παρεγχύματος χαρακτηρίζεται σήμερα σαν μια ύπουλη ηπατοπάθεια και περιγράφεται σαν μη αλκοολική λιπώδης νόσος του ήπατος (NAFLD). Ανιχνεύεται με υπερηχογραφικό έλεγχο του ήπατος και η συχνότητα που απαντάται στο γενικό πληθυσμό είναι από 15% μέχρι 25% ενώ φθάνει στο 50% μέχρι 90% στα παχύσαρκα άτομα.
Από τις παθήσεις των χοληφόρων συχνότερη είναι η χολολιθίαση. Σε τυχαίο δείγμα, ανάλογα και το φύλο και την ηλικία, αδρά το 10% μέχρι το 30% του πληθυσμού εμφανίζει χολολιθίαση. Στην ηλικία των 40 ετών ένα ποσοστό 10% του πληθυσμού ανεξάρτητα από το φύλο έχει χολολίθους. Στην ίδια ηλικία οι γυναίκες εμφανίζουν χολολιθίαση πολύ συχνότερα από τους άνδρες (3:1 μέχρι 4:1), ενώ σε ηλικίες μεγαλύτερες των 65 ετών το 25% του πληθυσμού ανεξάρτητα από το φύλο έχουν χολολίθους. Επίσης η χολολιθίαση σχετίζεται άμεσα και με τη φυλή. Οι χολόλιθοι σχηματίζονται από τα συστατικά του υγρού της χολής. Τα δομικά στοιχεία που τους αποτελούν είναι κυρίως η χοληστερόλη, οι χολοχρωστικές και το ασβέστιο αλλά και λευκώματα, υδατάνθρακες, νεκρά κύτταρα, φωσφορικά και ανθρακικά άλατα. Έτσι στο 75-85% περίπου, οι χολόλιθοι σχηματίζονται κυρίως από χοληστερόλη ενώ σε ένα ποσοστό 15-25% των χολολιθιάσεων το κύριο δομικό συστατικό των χολολίθων δεν είναι η χοληστερόλη αλλά οι χολοχρωστικές. Ανάλογα με την περιεκτικότητα σε χοληστερόλη, συνήθως οι χολόλιθοι διακρίνονται σε μικτούς (70-75%) και σε χοληστερινικούς (5-15%). Στον πρώτο τύπο χολολίθων η χοληστερόλη είναι κατά 50% το κύριο δομικό συστατικό ενώ στο δεύτερο κατά 97-100%. Μια άλλη δυνητικά παθολογική κατάσταση στα χοληφόρα είναι η συγκέντρωση λάσπης (sludge) στη χοληδόχο κύστη. Όταν υπάρχει ελάττωση της κινητικότητας της κύστης ή αυξάνονται τα επίπεδα της χοληστερόλης είναι πιθανή η δημιουργία πιο ‘πυκνής’ χολής στη χοληδόχο κύστη που δίδει χαρακτηριστική υπερηχογραφική εικόνα λάσπης, συνήθως χωρίς ιδιαίτερα συμπτώματα.
Οι παθήσεις του παγκρέατος που ανιχνεύονται και υπερηχογραφικά, διακρίνονται σε συγγενείς ανωμαλίες (δακτυλιοειδές πάγκρεας, ανωμαλίες στην πορεία κυρίως του χοληδόχου αλλά και του παγκρεατικού πόρου, έκτοπο πάγκρεας), φλεγμονές και όγκους (καλοήθεις ή κακοήθεις) του οργάνου. Οι φλεγμονώδεις παθήσεις του παγκρέατος αφορούν την οξεία και την χρόνια παγκρεατίτιδα. Η οξεία παγκρεατίτιδα είναι φλεγμονή του οργάνου που προκαλείται από την ενδοπαρεγχυματική ενεργοποίηση των πεπτικών ενζύμων του παγκρέατος. Οι κυστικοί όγκοι του παγκρέατος είναι συνήθως ασυμπτωματικοί και σχετικά σπάνιοι, ανιχνεύονται όμως και με το υπερηχογράφημα. Ο πιο συχνός καλοήθης όγκος του παγκρέατος είναι το κυσταδένωμα που μπορεί όμως να εξαλλαγεί σε κυσταδενοσάρκωμα. Άλλοι κυστικοί όγκοι είναι το βλεννώδες κυσταδένωμα, η ψευδοκύστη, ο θηλώδης, ο ενδοκρινικός κυστικός όγκος κ.ά. Οι κακοήθεις όγκοι του οργάνου ταξινομούνται με βάση την προέλευσή τους. Συχνότεροι είναι οι όγκοι από το επιθήλιο των πόρων. Ο καρκίνος της κεφαλής του παγκρέατος είναι ύπουλος, εξαιρετικά επιθετικός καρκίνος που δεν προειδοποιεί και εμφανίζεται με συχνότητα 9,2 περιπτώσεις ανά 100.000 κατοίκους. Είναι δε ο δεύτερος σε συχνότητα καρκίνος του γαστρεντερικού, μετά τον καρκίνο του παχέος εντέρου. Αιτιολογικοί παράγοντες θεωρούνται το κάπνισμα, το οινόπνευμα, η βαριά κατανάλωση καφέ, η πλούσια σε λιπαρά και πτωχή σε λαχανικά διατροφή, ο σακχαρώδης διαβήτης, η χρόνια παγκρεατίτιδα, διάφορα κληρονομικά ογκογονίδια κ.ά. Η έγκαιρη διάγνωση με το συνδυασμό των απεικονιστικών αλλά και των βιοχημικών μεθόδων, είναι αποφασιστικής σημασίας για την επιβίωση του ασθενή.